αφρισμός

αφρισμός
ο και άφρισμα, το (Μ ἀφρισμός)
δημιουργία, παραγωγή αφρών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ἀφρισμός — foaming masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφρισμούς — ἀφρισμός foaming masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀφρισμόν — ἀφρισμός foaming masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αφρός — Η συνάθροιση μικροσκοπικών φυσαλίδων που σχηματίζονται στην επιφάνεια του νερού ή άλλων υγρών, εξαιτίας διαφόρων αιτιών. Είναι μία κολλοειδής αιώρηση ενός αερίου μέσα σε ένα υγρό. Για να σχηματιστεί α. στην επιφάνεια του νερού, για παράδειγμα,… …   Dictionary of Greek

  • άφρισμα — άφρισμα, το και αφρισμός, ο το να αφρίζει κάτι: Τι άφρισμα της θάλασσας ήταν αυτό σήμερα! …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”